Απορρίφθηκε στο σύνολό της από το Συμβούλιο της Επικρατείας η αίτηση ακυρώσεως των «ενεργειακών Δήμων» κατά της Υπουργικής Αποφάσεως που ρυθμίζει την κατανομή και τη διάθεση του τοπικού πόρου (άρθρο 20 του ν. 2446/1996), την κατανομή δηλαδή του τέλους επί του κύκλου εργασιών της ΔΕΗ σε βιομηχανικές περιοχές παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από λιγνιτικούς σταθμούς, το γνωστό ΕΑΠ.
Συγκεκριμένα, το ΣτΕ με την υπ’ αριθμόν 58/2015 απόφασή του απορρίπτει το σύνολο των ισχυρισμών των αιτούντων ενεργειακών Δήμων περί του παρανόμου και δη αντισυνταγματικού χαρακτήρα της ως άνω ρυθμίσεως για την κατανομή και τη διάθεση του 50% του τοπικού πόρου στις Περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας και Πελοποννήσου, κάνοντας δεκτό το σύνολο των ισχυρισμών των δύο Περιφερειών.
Οι Δήμοι Αμυνταίου, Εορδαίας και Μεγαλόπολης στους οποίους λειτουργούν θερμικοί λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ, και στους οποίους διατίθενται κονδύλια που προκύπτουν από το επιβαλλόμενο βάσει του ν. 2446/2006 τέλους Ανάπτυξης Βιομηχανικών Περιοχών Παραγωγής Ηλεκτρικού Ρεύματος από Λιγνιτικούς Σταθμούς, αμφισβήτησαν με την κοινή αίτησή τους τη νομιμότητα των ρυθμίσεων της εν λόγω Υπουργικής Απόφασης κατά το μέρος που με αυτή τμήμα των ανωτέρω κονδυλίων διατίθεται στις Περιφέρειες Πελοποννήσου και Δυτικής Μακεδονίας καθώς και σε δήμους των ιδίων νομών, στους οποίους δεν λειτουργούν τέτοιοι σταθμοί, υποστηρίζοντας ότι τα κονδύλια αυτά έπρεπε να διατεθούν αποκλειστικά σ’ αυτούς.
Το ΣτΕ έκρινε ότι: «Οι περιφέρειες σχεδιάζουν, προγραμματίζουν και υλοποιούν πολιτικές σε περιφερειακό επίπεδο στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, σύμφωνα με τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής της χώρας, λαμβάνοντας υπόψη και τις εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές…», καθώς και ότι σύμφωνα με το άρθρο 4 της προσβαλλομένης Υπουργικής Απόφασης «τα Ειδικά Αναπτυξιακά Προγράμματα (ΕΑΠ) αφορούν σε συγκεκριμένα έργα υποδομής, ανάπτυξης και προστασίας του περιβάλλοντος, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 20 του ν. 2446/2006, καταρτίζονται με ευθύνη των οικείων Περιφερειών, εγκρίνονται από το Περιφερειακό Συμβούλιο της αντίστοιχης Περιφέρειας μετά από υποβολή σχεδίου, το οποίο συντάσσεται ύστερα από επεξεργασία των προτάσεων μεταξύ άλλων της αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού και της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων (ΠΕΔ). Για κάθε Περιφέρεια συντάσσεται ένα ΕΑΠ με διακριτούς προϋπολογισμούς και, εφ’ όσον κρίνεται σκόπιμο, προτεραιότητες για κάθε Περιφερειακή Ενότητα. Η επεξεργασία, η αξιολόγηση και η ιεράρχηση των έργων γίνεται από την Επιτροπή Παρακολούθησης των ΕΑΠ, η οποία υποβάλλει εισήγηση προς το Περιφερειακό Συμβούλιο το οποίο με απόφασή του εντάσσει τα έργα στο πρόγραμμα λαμβάνοντας υπ’ όψη, μεταξύ άλλων, τις διατάξεις του ν. 2446/1996. Προτεραιότητα δίνεται στις άμεσα πληττόμενες περιοχές ύστερα από αξιολόγηση και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που προέκυψαν ή θα προκύψουν στις γειτνιάζουσες περιοχές.»
Στο αιτιολογικό του ΣτΕ αναφέρεται επίσης ότι «οι Περιφέρειες είναι αυτές που αναλαμβάνουν κατά βάση τις αρμοδιότητες και τους πόρους των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων που καταργούνται, η δε περιφερειακή αυτοδιοίκηση γίνεται ο βασικός πυλώνας του αναπτυξιακού προγραμματισμού, ενώ κομβικός καθίσταται ο ρόλος της ως προς τα έργα και τις υποδομές».
Σημειώνεται ότι το Δικαστήριο ακυρώνει μόνον –και μάλιστα εξετάζοντας αυτεπαγγέλτως το ζήτημα- την πρόβλεψη της εν λόγω Υπουργικής Αποφάσεως που καθορίζει τον τρόπο κάλυψης των αμοιβών των μελών της προβλεπόμενης Επιτροπής Παρακολούθησης. Το ζήτημα αυτό δεν επηρεάζει τον τρόπο κατανομής και διάθεσης του τοπικού πόρου.
Κατόπιν των ανωτέρω, οι ρυθμίσεις της Υπουργικής Αποφάσεως που αφορούν την κατανομή και τη διάθεση του τοπικού πόρου εξακολουθούν να διατηρούν την ισχύ τους και να εφαρμόζονται, κριθείσες από το Δικαστήριο ως νόμιμες.
Επομένως με την απόρριψη της αίτησης του Δήμο Κοζάνης και της Αστικής Εταιρίας «Δίκτυο Δήμων Περιοχών Παραγωγής Λιγνιτικής Ενέργειας», εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ η απόφαση κατανομής του τοπικού πόρου που προβλέπει τα εξής:
Για την Περιφερειακή Ενότητα Κοζάνης:
Για την Περιφερειακή Ενότητα Φλώρινας: